περιβαλλοντικός -ή -ό Adj.  [perivallontikos -i -o, periballontikos -h -o]

(72)

GriechischDeutsch
Επιπλέον, η Επιτροπή εξέφρασε την ανάγκη διευκρίνισης του περιβαλλοντικού αντίκτυπου του συστήματος επιστροφών καθώς ο αρνητικός περιβαλλοντικός αντίκτυπος θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αντίθετος προς το κοινό συμφέρον.Ferner wies die Kommission auf die Notwendigkeit hin, die Umweltauswirkungen des Erstattungssystems eindeutig darzulegen, da negative Auswirkungen auf die Umwelt dem gemeinschaftlichen Interesse zuwiderlaufen könnten.

Übersetzung bestätigt

ως «περιβαλλοντικός φόρος» νοείται ο φόρος του οποίου η ειδική βάση έχει σαφώς αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον ή στόχος του οποίου είναι η φορολόγηση ορισμένων δραστηριοτήτων, αγαθών ή υπηρεσιών ώστε να μπορεί να περιλαμβάνεται το σχετικό περιβαλλοντικό κόστος στην τιμή τους ή/και ώστε οι παραγωγοί και οι καταναλωτές να προσανατολίζονται σε δραστηριότητες που σέβονται περισσότερο το περιβάλλον·„Umweltsteuer“: eine Steuer, deren Besteuerungsgegenstand eine eindeutig negative Auswirkung auf die Umwelt hat oder die bestimmte Tätigkeiten, Güter oder Dienstleistungen belastet, damit die Umweltkosten in deren Preis einfließen und/oder damit die Hersteller und die Verbraucher zu umweltfreundlicherem Verhalten hingeführt werden;

Übersetzung bestätigt

Βασικός στόχος του συστήματος πρέπει να είναι να καταστεί κατά πολύ ελκυστικότερο για τους οικονομικούς παράγοντες, καθώς και να συμβάλει στη θεαματική αύξηση του αριθμού των διακινούμενων προϊόντων που φέρουν οικολογική σήμανση, ώστε να εξασφαλιστεί η προβολή του οικολογικού σήματος στην αγορά και να κλιμακωθεί ο περιβαλλοντικός του αντίκτυπος.Außerdem soll die Anzahl der gekennzeichneten Produkte beträchtlich steigen, damit das Umweltzeichen auf dem Markt sichtbar wird und seine Bedeutung für die Umwelt zunimmt. Gleichzeitig muss diese Sichtbarkeit ständig verstärkt werden, damit bei der Marktdurchdringung des Umweltzeichens das theoretische Potenzial vollständig ausgeschöpft wird.

Übersetzung bestätigt

Δεδομένου ότι η χρήση των πετρελαιοειδών έχει σαφώς αρνητική επίδραση επί του περιβάλλοντος, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης επί των πετρελαιοειδών μπορεί να θεωρηθεί ως περιβαλλοντικός φόρος.Da die Verwendung von Mineralölen eindeutig negative Auswirkungen auf die Umwelt hat, können Verbrauchsteuern auf Mineralöle als Umweltsteuern betrachtet werden.

Übersetzung bestätigt

«περιβαλλοντικός αντίκτυπος»: κάθε μεταβολή στο περιβάλλον η οποία προκύπτει εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από ΠΚΕ κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής του·„Umweltauswirkung“ eine einem energiebetriebenen Produkt während seines Lebenszyklus ganz oder teilweise zurechenbare Veränderung der Umwelt;

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme

Grammatik

  • περιβαλλοντικός (maskulin)
  • περιβαλλοντική (feminin)
  • περιβαλλοντικό (neutrum)


Griechische Definition zu περιβαλλοντικός -ή -ό

περιβαλλοντικός -ή -ό [perivalondikós] : που ανήκει ή αναφέρεται στο περιβάλλον (συνήθ. στο φυσικό και το τεχνητό ή οικιστικό περιβάλλον στο οποίο ζούμε): Περιβαλλοντική μελέτη / έρευνα· (πρβ. περιβαλλοντολογικός). Περιβαλλοντικές συνθήκες / μεταβολές. Περιβαλλοντικά προβλήματα, του περιβάλλοντος.

[λόγ. περιβαλλοντ- (περιβάλλον) -ικός μτφρδ. αγγλ. environmental]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback